- αστίατρος
- ο городской санитарный врач
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αστίατρος — ο, η κρατικός γιατρός που εκτελεί υγειονομικά καθήκοντα: Ο αστίατρος είχε βρει το εστιατόριό τους ακάθαρτο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αστίατρος — ο βλ. αστυΐατρος … Dictionary of Greek
αστυΐατρος — και αστίατρος, ο γιατρός υπεύθυνος για την τήρηση των όρων υγιεινής σε καταστήματα, εστιατόρια κ.λπ. [ΕΤΥΜΟΛ. < άστυ + ιατρός. Η λ. αστίατρος μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Ακρόπολις, ενώ στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (αρχή εκδόσεως… … Dictionary of Greek
ιατρός — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν ήρωας της αρχαίας Αθήνας ο οποίος είχε θεραπευτικές ιδιότητες. Επονομαζόταν ο εν άστει για να διακρίνεται από τον εν Μαραθώνι, που λατρευόταν στην Ελευσίνα και ήταν γνωστός και με το όνομα Αριστόμαχος. Το ιερό του Ι.… … Dictionary of Greek
Γιάκομπ — (Scheuchzer). Ελβετός φυσιοδίφης (1672 1733). Σπούδασε στο Άλτντορφ και στην Ουτρέχτη. Χρημάτισε αστίατρος της Ζιρίχης, καθηγητής μαθηματικών και καθηγητής φυσικής σε γυμνάσιο της ίδιας πόλης. Μελέτησε τους παγετώνες και τη γεωλογική δομή των… … Dictionary of Greek
Σόιτσερ, Γ Γιάκομπ — (Scheuchzer). Ελβετός φυσιοδίφης (1672 1733). Σπούδασε στο Άλτντορφ και στην Ουτρέχτη. Χρημάτισε αστίατρος της Ζιρίχης, καθηγητής μαθηματικών και καθηγητής φυσικής σε γυμνάσιο της ίδιας πόλης. Μελέτησε τους παγετώνες και τη γεωλογική δομή των… … Dictionary of Greek